Συντελεστές: Γ. Κοκκορού-Αλευρά, Ειρ. Πουπάκη, Α. Ευσταθόπουλος, Α. Χατζηκωνσταντίνου

Χρονολογία Έναρξης: 2002

Η σπουδαιότητα της μελέτης των αρχαίων λατομείων ως πηγών υλικού της αρχαίας αρχιτεκτονικής, γλυπτικής και κατασκευής τεχνέργων καθημερινής χρήσης και ως εναύσματος τεχνολογικής ανάπτυξης της αρχαιότητας είναι αυτονόητη και αδιαμφισβήτη. Γνωστή είναι και η συνειδητοποίησή της από την επιστημονική κοινότητα τουλάχιστον από τις τελευταίες δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα. Επιπλέον, προφανής και αναντίρρητη είναι η συμβολή αυτού του είδους έρευνας στον εντοπισμό, διάσωση, προστασία και ανάδειξη αυτών των παλαιότερα παραμελημένων ‘μνημείων’. Ωστόσο, παρά την ενασχόληση πολλών ερευνητών κατά τις τελευταίες δεκαετίες με τη μελέτη των αρχαίων λατομείων, των τεχνικών εξόρυξης και διάκρισης/ταυτοποίησης του υλικού τους, ένας συστηματικός κατάλογος, απόλυτα αναγκαίος για τη διάσωση και προστασία τους, δεν υπήρχε. Έγκριτοι επιστήμονες, όπως για παράδειγμα ο Ben Russel  είχαν επιχειρήσει στο παρελθόν την εκπόνηση ενός καταλόγου αρχαίων λατομείων αλλά αυτός κατέληξε να είναι αρκετά αποσπασματικός και να περιέχει μόνον τα σημαντικότερα ρωμαϊκά λατομεία. Έτσι, ένας εξαιρετικά μεγάλος αριθμός αρχαίων λατομείων παρέμενε αδημοσίευτος και άγνωστος, ενώ για έναν ακόμη επίσης πολύ μεγάλο αριθμό λατομείων υπήρχαν διάσπαρτες σε ποικίλα επιστημονικά περιοδικά, ακόμη και στον ημερήσιο τύπο, αναφορές λίγων γραμμών. Η διαπίστωση αυτή οδήγησε στη συγκρότηση μίας ερευνητικής ομάδας του Τομέα Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης του ΕΚΠΑ υπό την διεύθυνση της Ομότιμης -σήμερα- Καθηγήτριας Κλασικής Αρχαιολογίας Γεωργίας Κοκκορού – Αλευρά με στόχο τη συγκέντρωση και καταγραφή πληροφοριών για τα αρχαία λατομεία του ελλαδικού χώρου. Οι εργασίες άρχισαν το 2002 και κατέληξαν 10 χρόνια μετά στην έκδοση ενός συστηματικού καταλόγου, του CORPUS  ΑΡΧΑΙΩΝ ΛΑΤΟΜΕΙΩΝ. Λατομεία του ελλαδικού χώρου από τους προϊστορικούς έως τους μεσαιωνικούς χρόνους, Αθήνα 2014. Κατά τη διάρκεια αυτού του ερευνητικού προγράμματος δημοσιεύθηκαν πολλά άρθρα και πραγματοποιήθηκαν πολλές ανακοινώσεις σε διεθνή και τοπικά αρχαιολογικά συνέδρια, για εν πολλοίς άγνωστα και  αδημοσίευτα λατομεία του ελλαδικού αλλά και εκτός αυτού χώρου.

Η συμβουλευτική χρήση του Corpus, του συστηματικού δηλαδή καταλόγου που μετρά ήδη 5 χρόνια έκδοσης, συνέβαλε ήδη αποφασιστικά στην προαγωγή της έρευνας αλλά και στην διάσωση, προστασία και κατά περίπτωση ανάδειξη των αρχαίων λατομείων. Ο συνεχής εμπλουτισμός/επικαιροποίησή του, μέσω της δημιουργίας μίας ηλεκτρονικής τράπεζας δεδομένων,  ελεύθερα προσβάσιμης στο διαδίκτυο, αποτελούσε εξαρχής έναν σημαντικό στόχο  της ερευνητικής ομάδας που δεν κατέστη δυνατόν μέχρι σήμερα να υλοποιηθεί για οικονομικούς λόγους. Σημειωτέον ότι δεν υπάρχει διεθνώς τράπεζα δεδομένων για τα αρχαία ελληνικά λατομεία on line, ενώ η προεργασία της συγκέντρωσης σε ψηφιακή μορφή του τεράστιου υλικού – ο τόμος του Corpus περιλαμβάνει μέχρι στιγμής 1.026 λατομεία ενώ σημαντικός είναι ο αριθμός νέων λατομικών θέσεων που δεν έχουν περιληφθεί – έχει ήδη πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο του αναφερθέντος ερευνητικού προγράμματος. Εξάλλου,  η σημασία της δημιουργίας μίας τέτοιας τράπεζας δεδομένων ως μίας πρωτοποριακής ερευνητικής δραστηριότητας από τον Τομέα Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης του ΕΚΠΑ, καθώς διαθέτει ήδη συγκροτημένη και πεπειραμένη ερευνητική ομάδα για την ταχύτατη υλοποίησή της, είναι προφανής.

Συντελεστές